Ο Nathan Ackerman ψυχαναλυτής και παιδοψυχίατρος είναι αυτός στον οποίο αποδίδεται η σκόπιμη προσαρμογή ψυχαναλυτικών διατυπώσεων στη μελέτη της οικογένειας. Από το 1937 σε άρθρο του έδωσε έμφαση στον ρόλο της οικογένειας ως μια δυναμικής ψυχοκοινωνικής μονάδας.
Ο ίδιος έγραφε : “Κατά την διάρκεια τριανταπέντε χρόνων, επέκτεινα τον προσανατολισμό μου στα προβλήματα συμπεριφοράς, βήμα-βήμα, απο την εσωτερική ζωη του ατόμου, στο άτομο μέσα στην οικογένεια, στην οικογένεια μέσα στην κοινότητα, και πιο πρόσφατα στην ίδια την κοινωνία”.
Η ψυχοδυναμική άποψη για την ατομική συμπεριφορά εστιάζει στην αλληλεπίδραση αντίθετων δυνάμεων μέσα στο άτομο ως βάση της κατανόησης των κινήτρων, των συγκρούσεων και της συμπτωματολογίας του. Ενώ ο Freud έδωσε έμφαση στον ρόλο που παίζει η οικογένεια στην διαμόρφωση της προσωπικότητας του ατόμου ωστοσο επέμεινε ότι η θεραπεία πρέπει να είναι εστιασμένη στο άτομο. Ο Φρόυντ βασιστηκε στην ανάλυση και επιλυση της νευρωσης της συναισθηματικής μεταβίβασης ως τον αποτελεσματικότερο τρόπο ανακούφισης από το νευρωτικό άτομο. Οι σύγχρονοι ψυχαναλυτικοί στοχαστές ήταν δεκτικότεροι απέναντι στην ιδέα ότι οι ενδοψυχικοί και οι διαπροσωπικοί παράγοντες λειτουργούν με αμοιβαίο τρόπο.
Οι περισσότεροι από τους πρωτοπόρους οοικογενειακούς θεραπευτές είχαν δεχτεί ψυχαναλυτική εκπαίδευση (Ackerman, Bowen, Jackson, Minuchin, Borszormenyi – Nagy). Στον αρχικό τους ζήλο έχοντας ανακαλύψει την συστημική σκέψη απέρριψαν τις ψυχαναλυτικές ιδέες ως απαρχαιωμένες από την μια και από την άλλη τις απέρριψαν επειδή συνέδεαν την ενήλικη παθολογία με τις αναπτυξιακές συγκρούσεις της παιδικής ηλικίας. Έτσι θεωρούσαν ψυχαναλυτικές ιδέες ως απελπιστικά γραμμικές. Έχουν γίνει προσπάθειες να ενοποιηθούν οι ψυχοδυναμικές και οι συστημικές έννοιες π.χ. από τους Betovim και Kinston με το μοντέλο τους της εστιακής οικογενειακής θεραπείας.
Ανάλογη προσπάθεια έκανε και ένας άλλος ερευνητής ο Slipp ο οποίος ήταν εκπαιδευμένος τόσο στην ψυχανάλυση όσο και στην οικογενειακή θεραπεία. Αυτός έβλεπε τις δύο προσεγγίσεις ως δυνάμει συμπληρωματικές. Έτσι από την μια ενδιαφέρεται για κάθε σημαντική εξέλιξη της παιδικής ηλικίας ενώ ασχολείται παράλληλα με την τρέχουσα οικογενειακή αλληλεπίδραση χρησιμοποιώντας την θεωρία των σχέσεων αντικειμένου. (αντικειμενοτρόπες σχέσεις). Καθώς η οικογενειακή θεραπεία έχει εγκαταλείψει τις πρώιμες κυβερνητικές διατυπώσεις ως υπερβολικά μηχανιστικές έχει σημειωθεί μια αντίστοιχη αναβίωση του ενδιαφέροντος για τις ψυχοδυναμικές υποθέσεις. Οι προσπάθειες αυτές εχουν επηρρεαστεί σε μεγάλο βαθμό απο την θεωρία των “αντικειμενοτρόπων σχέσεων” (θεωρία των σχέσεων αντικειμένου) μια μορφή θεραπείας ψυχοδυναμικού προσανατολισμού, η οποία δίνει έμφαση στην θεμελιώδη ανάγκη των ανθρώπων για σχέσεις και σύναψη δεσμών.
Έτσι μιλώντας για τις ψυχοδυναμικού προσανατολισμού προσεγγίσεις της οικογενειακής θεραπείας θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι η κάθε μία απευθύνεται σε δύο επίπεδα κατανόησης και παρέμβασης : από την μια στα κίνητρα, τις φαντασιώσεις, τις ασυνείδητες συγκρούσεις, στις καταπιεσμένες αναμνήσεις κάθε μέλους της οικογένειας και απο την άλλη στον πολυπλοκότερο κόσμο της οικογενειακής αλληλεπίδρασης και του οικογενειακού δυναμικού.
Ο Nathan Ackerman ήδη από την δεκαετία του 1930 άρχισε να θεωρεί την οικογενεια ως μια κοινωνική και συναισθηματική μονάδα που επιδρούσε στο παιδί. Έτσι από την δεκαετία του 1940 άρχισε να βλεπει ολόκληρες οικογένειες. Ο ίδιος σιγά-σιγά μετατοπίστηκε στην οικογενειακή θεραπεία και την δεκαετία του 1960 ίδρυσε το Family Institute στην Νέα Υόρκη, το οποίο έγινε απο τα πιο σημαντικά εκπαιδευτικά και θεραπευτικά κέντρα οικογενειακής θεραπείας στις ΗΠΑ. Ο Nathan Ackerman συγκαταλέγεται στους πρώτους που προσπάθησαν να ενοποιήσουν τη ψυχαναλυτική στάση με την συστημική προσέγγιση. Ο Άκερμαν έβλεπε την οικογένεια ως ένα συστημα προσωπικοτήτων σε αλληλεπίδραση.
Κάθε άτομο ήταν για αυτόν ένα σημαντικό υποσύστημα μέσα στην οικογένεια. Όπως η οικογένεια αποτελεί ένα σημαντικό υποσύστημα μέσα στην κοινωνία. Η κατανόηση της οικογενειακής λειτουργίας απαιτεί την αναγνώριση των εισαγόμενων πληροφοριών από διάφορες πηγές :
1) την μοναδική προσωπικότητα του κάθε μέλους
2) το δυναμικό των προσαρμογών στους οικογενειακούς ρόλους
3) την δέσμευση της οικογένειας απέναντι σε ενα σύνολο ανθρώπινων αξιών
4) της συμπεριφοράς της οικογενειας ως κοινωνικού συνόλου
Σε ατομικό επιπεδο το συμπτωμα μπορεί να γινει κατανοητό με όρους ενδοψυχικής συγκρουσης στο επίπεδο της οικογένειας το συμπτωμα θεωρείται ως μερος ενός επαναλαμβανόμενου, προβλέψιμου σχήματος αλληλεπιδρασης που έχει στόχο την εξασφάλιση ισορροπίας για το άτομο αλλά που ανατρέπει την οικογενειακή ομοιόσταση δημιουργώντας στρεβλώσεις των οικογενειακών ρόλων. ‘Ετσι ο Άκερμαν άρχισε να φτιάχνει μια γέφυρα ανάμεσα στις ψυχαναλυτικές και στις συστημικές θεωρίες. Ο Άκερμαν χρησιμοποίησε τον όρο “αποτυχία συμπληρωματικότητας” χαρακτηρίζοντας τους ρόλους που παίζουν τα διάφορα μέλη της οικογένειας. Οι ρόλοι γίνονται άκαμπτοι, στενά καθορισμένοι ή στερεοτυπικοί η αλλάζουν γρήγορα προκαλώντας συγχυση.
Η οικογένεια στην οποία συμβαίνει αυτό πρέπει να βοηθηθεί “να προσαρμοστεί σε νέες εμπειρίες, να καλλιεργήσει νέα επίπεδα συμπληρωματικότητας των σχέσεων των οικογενειακών ρόλων, να βρει οδούς για την επίλυση της σύγκρουσης, να δημιουργήσει μια θετικη εικονα για τον εαυτό της”. Για να είναι σταθερή η συμπεριφορά μιας οικογενειας είναι ουσιαστική η ευελιξία και η προσαρμοστικότητα των ρόλων, οι ρόλοι μέσα στην οικογένεια οι οποίοι αλλάζουν με τον καιρό, πρέπει να επιτρέπουν στα παιδιά που ωριμάζουν να αποκτήσουν ένα κατάλληλο βαθμό αυτονομίας.
Για τον Άκερμαν συγκρουση μπορεί να προκύψει σε διάφορα επίπεδα, σε κάποιο μέλος της οικογένειας, ανάμεσα στα μέλη της πηρυνικής οικογένειας, ανάμεσα σε γενιές της εκτεταμένης οικογένειας, ή ανάμεσα στην οικογένεια και την περιβάλλουσα κοινότητα.
Αυτό που μπορεί να ξεκινάει σαν μια αποτυχία στην συμπληρωματικότητας των ρόλων μπορεί να οδηγεί σε διαπροσωπική συγκρουση μέσα στην οικογένεια και τελικά σε ενδοψυχική συγκρουση σε ένα ή περισσότερα μέλη της οικογένειας ατομικά.
Η ενδοψυχική συγκρουση του ατόμου βαθαίνει αν οι εσωτερικευμένες οικογενειακές συγκρούσεις επιμένουν και έχουν παθογόνο μορφή. Αν η σύγκρουση στην οικογενεια γίνει χρόνια υπάρχει ο κίνδυνος της αποδιοργάνωσης της οικογένειας σε ανταγωνιστικές φατρίες.
Η διαδικασία ξεκινάει οταν ενα άτομο γίνεται ο αποδιοπομπαίος τράγος της οικογένειας ή σάκος του μποξ. Το ατομο αυτό ξεχωρίζει και τιμωρείται επειδή προκαλεί οικογενειακή διχόνια. Κάποιο μέλος μπορεί να γίνει διώκτης κάποιο άλλο μπορεί να αναλάβει τον ρόλο του θεραπευτη ή του σωτήρα του θύματος κλπ
Οι ρόλοι αυτοί μπορει να αλλάζουν αναλογα με τις χρονικές στιγμές. Για τον Ακερμαν τέτοιες οικογενειακές συμμαχίες και διαπροσωπικές συγκρούσεις ξεκινούν από μια αποτυχία συμπληρωματικοτήτας στην συζυγικη δυάδα. Ο θεραπευτής πρέπει να μεταφέρει την ανησυχία της οικογένειας από την συμπεριφορά του αποδιοπομπαίου τράγου στην βασική διαταραχή της συζυγικής σχέσης. Ο Άκερμαν ενδιαφέρθηκε για την επίδραση του οικογενειακού περιβάλλοντος στην ανάπτυξη διαταραχών κατά την παιδική ηλικία, ήταν από τους πρώτους που ενδιαφέρθηκαν για την συνεχή συναλλαγή ασυνείδητων διαδικασιών που πραγματοποιείται ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας καθώς σχετίζονται με ένα συγκεκριμένο διαπροσωπικό σχήμα.
Η συμπεριφορα κάθε μέλους της οικογένειας ξεχωριστά μπορεί να αποτελεί αντανάκλαση ενός συμπτώματος σύγχυσης και διαστρέβλωσης που παρουσιάζεται σε όλη την οικογένεια. Χρησιμοποίησε την έννοια της “συνδεόμενης παθολογίας” προσπαθώντας να συνδιάσει την έννοια του ενδοψυχικού δυναμικού με την ψυχοκοινωνική δυναμική της οικογενειακής ζωής.
Ο Άκερμαν χρησιμοποιούσε τις αρχές της βιολογίας, της ψυχανάλυσης, της κοινωνικής ψυχολογίας, και της παιδοψυχιατρικής. Έκανε συνεντέυξεις με οικογένειες τόσο στο γραφείο όσο και στο σπίτι προκειμένου να αποκτήσει διαγνωστική εκτίμηση.
Έχοντας δεχτεί ψυχαναλυτική εκπαίδευση ο Άκερμαν διατήρησε το ενδιαφέρον του για την δυναμική της προσωπικότητας κάθε μέλους της οικογένειας. Ωστόσο επηρρεασμένος από την κοινωνική ψυχολογία εντυπωσιάστηκε από τον τρόπο που διαμορφώνεται η προσωπικότητα από τους συγκεκριμένους κοινωνικούς ρόλους που αναμένεται από τους ανθρώπους να παίξουν. Ο Άκερμαν ενδιαφερόταν παντοτε για τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι ορίζουν τους ίδιους τους τους ρόλους. (τι σημαίνει για τον καθένα να είναι πατέρας) και το τι περιμένουν από εσένα τα άλλα μέλη της οικογένειας (πως θα ηθελες να αντιδράσει η κόρη σου σε αυτήν την κατάσταση.) Όταν τα μέλη ορίζουν ξεκάθαρα τους ρολους, οι οικογενειακές αλληλεπιδράσεις πραγματοποιούνται ομαλότερα.
Για τον Άκερμαν η δουλιά του οικογενειακού θεραπευτή είναι να αποτελεί τον καταλύτη, οποίος μπαίνοντας στο ζωτικό χώρο της οικογένειας προκαλεί αλληλεπίδραση, βοηθάει την οικογένεια να έχει μια συναισθηματική συναλλαγή με νόημα. Ως καταλύτης ο θεραπευτής παίζει ποικιλία ρόλων ενεργοποιώντας, αμφισβητώντας και αντιμετωπίζοντας καθώς και στηρίζοντας, ερμηνευοντας, ενοποιώντας. Αντίθετα με τον ορθόδοξο ψυχαναλυτή που επιλεγει να παραμείνει μια ουδέτερη, απόμακρη, μυστυριώδης, λευκή οθόνη ο Άκερμαν ως θεραπευτής συμμετείχε στην οικογένεια στο εδώ και τώρα. Έμπαινε στον δρόμο της οικογενειακής σύγκρουσης, επηρρεαζε την διαδικασία, υποστήριζε τις θετικές δυνάμεις, αντιδρούσε στις αρνητικές και αποσυρόταν όταν η οικογένεια αντιμετώπιζε εποικοδομητικότερα τα προβλήματα της. Διαγνωστικά ο Άκερμαν προσπάθησε να κατανοήσει τα βαθύτερα συναισθηματικα ρευματα της οικογενειας. Με τον καιρό μπορούσε να εντοπίσει σημαντικες σχέσεις ανάμεσα στην οικογενειακή δυσλειτουργία και στις ενδοψυχικές αγωνίες διάφορων μελών της οικογένειας. Βοηθούσε τα άτομα να επεκτείνουν την επιγνωση της υπαρξης εναλλακτικών οικογενειακών σχέσεων μέσω των οποίων μπορούσαν να ανακαλύψουν νέα επίπεδα οικειότητας, συντροφικότητας και ατομικότητας.
- Η καταθλιψη στην εφηβεια
- ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ