ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ

picasso_girl1

ΨΥΧΟΓΕΝΗΣ ΑΝΟΡΕΞΙΑ

 Σχεδόν όλα τα κορίτσια αρχίζουν να ασχολούνται με την εμφάνισή τους από την εφηβεία. Ένα ποσοστό θα καταβάλλει ιδιαίτερη προσπάθεια να αδυνατίσει (συνήθως με δίαιτα και όχι μόνο με γυμναστική) και θα αντιμετωπίζει με φόβο ίσως και με απέχθεια, τις αύξουσες διαστάσεις του, ιδιώς από την μέση και κάτω. Πολλές νέες θα έχουν αμφιβολίες για την ελκυστικότητά και ίσως την γενικότερη αξία τους θα έχουν περίοδους άγχους και θλίψης και ένα ποσοστό θα προσπαθήσει να απαλύνει την δυσφορία με περισσότερη τροφή. Πριν μιλήσουμε για ψυχογενή ανορεξία σε ένα ανορεκτικό και αδύνατο κορίτσι πρέπει να βεβαιωθούμε ότι δεν βρίσκεται μέσα στα όρια της φυσιολογικής συμπεριφοράς γύρω από την διατροφή στην παρούσα κοινωνία. Η ψυχική ανορεξία χαρακτηριζεται από α) έντονο φόβο παχυσαρκίας που δεν ελλατώνεται με την μείωση του βάρους β) ισχυρισμό της ασθενούς ότι αισθάνεται παχιά ακόμα και όταν είναι κάτισχνη (διαταραχές της εικόνας του σώματος) γ) χαμηλότερο βάρος τουλάχιστον κατά 25% από το κανονικό δ) εναντίωση στην αύξηση και διατήρηση του βάρους και ε) η απώλεια βάρους να μην οφείλεται σε άλλη ασθένεια. Η αιτια της ψυχογενούς ανορεξίας είναι πολύπλοκη και διαφορετική για κάθε κορίτσι.

Οι ψυχοκοινωνικές θεωρίες κατέχουν εξέχουσα θέση στην ερμηνεία της ψυχογενούς ανορεξίας ωστόσο από ερευνητές αναφέρονται και δεδομένα που υποδεικνύουν την επίδραση βιολογικών παραγόντων. Η επιδημιολογία της ψυχογενούς ανορεξία υποδηλώνει την επίδραση κοινωνικών παραγόντων. Η μεγαλύτερη συχνότητα σε κορίτσια (20:1), η σχεδόν τέλεια απουσία της στον «τριτο» κόσμο, η συνεχης αύξηση της συχνότητας με την οποία συναντιέται στα αναπτυγμένα δυτικά κράτη συμβάλλουν στην συμπλήρωση της εικόνας. Η ανάπτυξη της θεωρίας των «συστημάτων» έδωσε μεγάλη ώθηση στην θεραπεία της οικογένειας του ανορεκτικού παιδιού. Η Palazzoli αναφέρει την δυσκαμψία της οικογένειας που εμποδίζει την ανορεκτική νέα να προσαρμοστεί στην αλλαγή του κοινωνικού περιβάλλοντος και προκαλεί την εχθρική αναμέτρηση των δύο γενιών.

Κατά την Bruch η θεραπεία πρέπει να αποβλέπει στην κατανόηση του παιδιού και στην αποφυγή των πρόωρων ερμηνειών. Αν ο θεραπευτής ισχυρίζεται ότι αυτός ξέρει καλύτερα από το παιδί πως εκείνο πραγματικά αισθάνεται τότε, σύμφωνα με την Bruch, μπορεί να επαναλαμβάνει την δυσλειτουργική εμπειρία που είχε το παιδί (ή έχει ακόμα) με τους γονείς του. Ο θεραπευτής πρέπει να συμπαρασταθεί στο παιδί, ώστε αυτό να αναπτύξει την δημιουργικότητά του, να εξερευνήσει τον εαυτό του και να βρει προσωπικές λύσεις που είναι κατεξοχήν δικές του και όχι να υιοθετήσει τις λύσεις του θεραπευτή. Ανάλογα με την ηλικία του παιδιού και την συνεργασία της οικογένειας, η ατομική ψυχοθεραπεία μπορεί να συμπληρωθεί και με παράλληλη θεραπεία της οικογένειας. Η ενθάρρυνση για κατανόηση μπορεί να ωφελήσει όχι μόνο την ασθενή αλλά ολόκληρη την οικογένεια.

 

 ΨΥΧΟΓΕΝΗΣ ΒΟΥΛΙΜΙΑ

Ο όρος ψυχογενής ή νευρογενής βουλιμία χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια παθολογική οντότητα διαφορετική από τη ψυχογενή ανορεξία. Παρότι η βουλιμία απαντάται συχνά σε εφήβους – κυρίως κορίτσια – η βουλιμία ως σύνδρομο απαντάται συχνότερα στα τελευταία χρόνια της εφηβείας και ιδίως στις νέες ηλικίες.

Πολλές φορές αποτελεί την παθολογική εξέλιξη μιας ανορεξίας. Η στέρηση τροφής και η αυτοεπιβολή διαίτων αδυνατίσματος φαίνεται να προκαλούν επεισόδια υπερφαγίας μόλις το φαγητό γίνει ξανά διαθέσιμο και ψυχολογικές καταστάσεις όπως εμμονή με το φαγητό και την πρόσληψη τροφής, αυξημένη συναισθηματική ανταπόκριση και δυσφορία, και έλλειψη συγκέντρωσης. Με βάση τον περιορισμό πρόσληψης τροφής κατά τη διάρκεια μιας ημέρας, μπορεί να προβλεφθεί η πιθανότητα εμφάνισης κρίσεων υπερφαγίας την επόμενη ημέρα.

Η βουλιμία κατά τον Russel χαρακτηρίζεται από τα εξής κριτήρια α) οι ασθενείς πρέπει να υποφέρουν από ακατάσχετη επιθυμία να καταναλώσουν μεγαλύτερη ποσότητα τροφής β) πρέπει να καταβάλουν προσπάθεια να αποφύγουν τις συνέπειες της πολυφαγίας προκαλώντας εμετό με τεχνητό τρόπο ή διάρροια με καθαρτικά και γ) πρέπει να καταδυναστεύονται από νοσήρο φοβό για παχυσαρκία. Επίσης η αντίληψη της εικόνας του σωματος τους μπορεί να είναι διαταραγμένη και η νέα να είναι πεισμενη ότι είναι παχύτερη από ότι πραγματι είναι.

Στη ψυχογενή βουλιμία, έχει παρατηρηθεί ότι τα συμπτώματα της διαταραχής καταλήγουν σε σοβαρές σωματικές δυσλειτουργίες όπως είναι η αρρυθμία, το έλκος στομάχου, η νεφρική δυσλειτουργία, η αναιμία και η τριχόπτωση. Επίσης, οι άνθρωποι που υποφέρουν από την ψυχογενή βουλιμία υιοθετούν έναν αρνητικό τρόπο σκέψης ο οποίος εκφράζεται με την ανησυχία και τον φόβο ότι δεν μπορούν να ελέγξουν την κατανάλωση της τροφής καταλήγοντας σε αρνητική εικόνα για τον εαυτό τους. Άρα και σε αυτή την διαταραχή πρόσληψης τροφής, οι άνθρωποι καλούνται να διαχειριστούν θέματα που αφορούν την εξωτερική εμφάνιση και κυρίως την εικόνα του σώματος τους ενώ είναι πιθανό να νιώθουν έντονο άγχος, ντροπή, αγωνία, μοναξιά και φόβο για την αποκάλυψη του θέματος που τους απασχολεί. Όμως το πιο σημαντικό είναι ότι οι άνθρωποι που νοσούν από βουλιμία νιώθουν έντονα καταθλιπτικά συναισθήματα ύστερα από κάθε βουλιμικό επεισόδιο. Οι νέες αυτές υποφέρουν από θλίψη, αισθήματα ενοχής και αυτοκριτικής ιδιώς μετά την κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων τροφής. Κατά συνέπεια είναι συνηθισμένο το φαινόμενο να αποσύρονται από την καθημερινότητα τους οδηγώντας τους εαυτούς τους σε απομόνωση αποφεύγοντας οποιαδήποτε κοινωνική δραστηριότητα η οποία σχετίζεται κυρίως με γεύματα.

Η πορεία της ψυχογενούς βουλιμίας είναι συνήθως μακροχρόνια και οι προγνωστικοί παράγοντες περιορισμένοι. Γενικά απόπειρες αυτοκτονίας, παχυσαρκία, μη ικανοποιητικές σχέσεις με συνομιλήκους ή με γονείς και άγχος στους γονείς θεωρούνται δυσμενή σημεία, ενώ η αρχή της νόσου πριν από το 16ο έτος θεωρείται ευνοικό προγνωστικό στοιχείο. Η θεραπεία απαιτεί μακροχρόνιο προγραμματισμό και κυρίως η προσπάθεια πρέπει να απευθύνεται στις ψυχολογικές ανάγκες του παιδιού και της οικογένειας.  Τα συνήθη θεραπευτικά μέσα είναι αυτά της ατομικής, οικογενειακής, και ομαδικής ψυχοθεραπείας.